ΓΣΕΕ: Δραματικό SOS για την οικονομία

Νέα μείωση του ΑΕΠ, πρόβλημα φερεγγυότητας με υψηλό πιστωτικό ρίσκο στην οικονομία θα προκαλέσουν οι σχεδιαζόμενες, με βάση το 3ο Μνημόνιο, περικοπές των 5,7 δισ. ευρώ που διαπραγματεύεται η κυβέρνηση με τους Θεσμούς, ενώ θα χρειαστούν 20 χρόνια για να επανέλθει, το… 2036, η ανεργία στα επίπεδα στα οποία ήταν πριν από την κρίση.

Τις προβλέψεις αυτές κάνει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ στη Εκθεση για την πορεία της οικονομίας και της απασχόλησης, που παρουσιάστηκε κατά την έναρξη των εργασιών του 36ου Συνεδρίου της Συνομοσπονδίας. Σύμφωνα με την Εκθεση και τα συμπεράσματα τα οποία ανέλυσε ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ Γ. Αργείτης, το 2015 ανακόπηκε η πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής ως αποτέλεσμα της αστάθειας και της αβεβαιότητας στην οικονομία.

Και σήμερα η οικονομία «παραμένει εγκλωβισμένη στη λιτότητα, με μη βιώσιμο πρωτογενές πλεόνασμα και υψηλό πιστωτικό ρίσκο και σε νέα υφεσιακά μέτρα που θα εντείνουν τα φαινόμενα φτωχοποίησης και εργασιακής επισφάλειας», όπως προειδοποίησε.

Το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ εκτιμά ότι η υπερφορολόγηση και οι περικοπές συντάξεων θα ρίξουν περαιτέρω την κατανάλωση και θα αυξήσουν την ύφεση, η απόεπένδυση θα συνεχιστεί και οι προοπτικές δημιουργίας βιώσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και εξόδου από την κρίση θα περιοριστούν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι κάτω από τα όρια της φτώχειας ζει πλέον ένα στα δύο νοικοκυριά (48%). Επίσης 20,9% των νοικοκυριών αδυνατεί να καλύψει βασικές ανάγκες, ποσοστό που αυξάνεται στο 43,4% για τους ανέργους.

Η Έκθεση διαπιστώνει ότι το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην Ε.Ε., η ποιότητα των θέσεων εργασίας συνεχίζει να χειροτερεύει, οι άτυπες και μη ηθελημένες μορφές μερικής απασχόλησης αυξάνονται, όπως και το ποσοστό της φτώχειας και της οικονομικής ανισότητας.

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ 

Η Έκθεση προτείνει τον επαναπροσδιορισμό του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης αναδεικνύοντας τα κλαδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν μια νέα στρατηγική επενδύσεων, αύξησης της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών αλλά και την εφαρμογή προγραμμάτων εγγυημένης απασχόλησης ως βασικού «εργαλείου». Το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ παραδέχεται ότι το κόστος για την εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών θα είναι υψηλό. Αν διατηρηθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018, θα χρειαστούν 7 δισ. ευρώ για να τοποθετηθούν σε θέσεις εργασίας 167.000 άνεργοι, δαπάνη η οποία πέφτει στα 4 δισ. ευρώ εφόσον αναθεωρηθεί ο στόχος, στο πλαίσιο μιας αναδιάρθρωσης του χρέους, στο 2,5% του ΑΕΠ.

Η επιδείνωση στα χρόνια της κρίσης αποτυπώνεται σε βασικούς δείκτες της αγοράς εργασίας όπως στην αύξηση της ανεργίας και των μακροχρόνια ανέργων (855.000 σε κατάσταση ανεργίας για πάνω από ένα χρόνο), στην αύξηση της απόλυτης φτώχειας στο 48% από 18%, στη μείωση των αποδοχών και της επικράτησης των νέων ευέλικτων μορφών εργασίας, όπως εφαρμόζονται πλέον σε πιστό 94% μέσω ατομικών και επιχειρησιακών συμβάσεων. μεγαλη μειωση των μισθων

Αναφορικά με τις καθαρές μηνιαίες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα προκύπτει: Κάτω των 800 ευρώ σε ποσοστό 50% (14,5% μέχρι 499 ευρώ, 22% μεταξύ 500-699 ευρώ και 13,5% μεταξύ 700-800 ευρώ), μεταξύ 800-1.000 ευρώ σε ποσοστό 18,6% και άνω των 1.000 ευρώ σε ποσοστό 15,7% (9,8% μεταξύ 1.000 – 1.299 ευρώ και 5,9% άνω των 1.300 ευρώ). Το 2010 – 2015 σημειώθηκε μείωση 24,7% και 34,3% για τους νέους κάτω των 25 ετών στην αγοραστική δύναμη του πραγματικού κατώτα-του μισθού.

Πηγή: Ημερησία