Η υπερθέρμανση «καίει» και την οικονομία

Τον κώδωνα του κινδύνου στις κυβερνήσεις όλου του κόσμου για την αναγκαιότητα άμεσης λήψης μέτρων, προκειμένου να περιοριστούν οι εκπομπές αερίων από τα ορυκτά καύσιμα κρούει, η νέα έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.

 

Οι άνθρωποι βρίσκονται ένα βήμα πριν προκαλέσουν μη αναστρέψιμη και εκτεταμένη ζημιά στον πλανήτη, καθώς η υπερθέρμανσή του ήδη επηρεάζει σημαντικά «όλες τις ηπείρους και όλους τους ωκεανούς». Η περαιτέρω μόλυνση με αέρια που εγκλωβίζουν τη ζέστη αυξάνει τις πιθανότητες «για σοβαρές, διάχυτες και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις για ανθρώπους και οικοσυστήματα», αναφέρει ένα προσχέδιο της έκθεσης που αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα στις 2 Νοεμβρίου στην Κοπεγχάγη.

 

Πέρα από τις αλλαγές στο περιβάλλον η έκθεση, το προσχέδιο της οποίας δημοσιεύει το Bloomberg, περιγράφει και τις οικονομικές επιπτώσεις από μια ενδεχόμενη αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2,5 βαθμούς Κελσίου. Σε αυτή την περίπτωση οι απώλειες εκτιμάται ότι θα φτάσουν το 2% των παγκοσμίων εσόδων.

 

Ήδη από το 1880 η μέση θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά 0,85 βαθμούς Κελσίου, με ρυθμό, δηλαδή, ταχύτερο από αυτό που εκτιμάται ότι προκάλεσε το τέλος της εποχής των παγετώνων πριν από περίπου 10.000 χρόνια.

 

Και μπορεί να επισημαίνεται ότι η λήψη μέτρων για τον περιορισμό των επιπτώσεων έχει κόστος -η μείωση στην παγκόσμια κατανάλωση θα φτάσει το 1,7% το 2030, το 3,4% το 2050 και το 4,8% το 2100- αλλά όπως τονίζεται χαρακτηριστικά «οι κίνδυνοι από τη λήψη περιοριστικών μέτρων είναι υπαρκτοί, αλλά δεν συγκρίνονται με τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν από την κλιματική αλλαγή».

Οι κίνδυνοι 

 

Στις 32 σελίδες της περίληψης της έκτασης 127 σελίδων έκθεσης περιγράφονται εν συντομία όλοι οι κίνδυνοι από την αύξηση της θερμοκρασίας όπως οι ζημιές στην αγροτική παραγωγή, η αύξηση του επιπέδου της θάλασσας, το λιώσιμο των παγετώνων και οι πιο εκτεταμένοι καύσωνες. Ένα από τα καταστροφικά σενάρια προβλέπει το λιώσιμο του στρώματος πάγου που καλύπτει τη Γροιλανδία, εξέλιξη που θα προκαλέσει την άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά 7 μέτρα απειλώντας να εξαφανίσει πόλεις όπως το Μαϊάμι ή η Μπανγκόνγκ και νησιωτικά συμπλέγματα όπως οι Μαλδίβες, το Κιριμπάτι και το Τουβάλου.

 

Οι επιστήμονες δηλώνουν «μερικώς σίγουροι» ότι μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να πυροδοτηθεί από ενδεχόμενη άνοδο της θερμοκρασίας κατά 4 βαθμούς Κελσίου. Σε κάθε περίπτωση όλα τα σενάρια συνηγορούν ότι η αύξηση της θερμοκρασίας του αέρα στην επιφάνεια του πλανήτη είναι αναπόφευκτη. Στο μόνο που διαφέρουν είναι η έκταση, η οποία κυμαίνεται από 0,3 έως 4,8 βαθμούς Κελσίου για τον 21ο αιώνα, καθώς αυτή θα εξαρτηθεί από τα μέτρα που θα εφαρμόσουν οι κυβερνήσεις. Με τη σειρά της αυτή η αύξηση θα προκαλέσει άνοδο της στάθμης της θάλασσας από 26 έως 82 εκατοστά, που θα προστεθούν στα 19 εκατοστά που έχουν ήδη μετρηθεί.

 

Τυχόν καθυστέρηση κοστίζει και θα κοστίσει πολύ, επισημαίνουν οι συντάκτες της έκθεσης, εκτιμώντας ότι σε περίπτωση που η λήψη αποφάσεων αναβληθεί για το 2030, τότε το κόστος μέχρι το 2050 αναμένεται να αυξηθεί κατά 44%.

 

Παράλληλα όσο δεν αναπτύσσονται οι τεχνολογίες για τον περιορισμό της εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα διπλασιασμού του κόστους, σημειώνεται στο προσχέδιο της έκθεσης.

 

Απαντώντας, τέλος, στους σκεπτικιστές που υποστηρίζουν ότι δεν έχει καταγραφεί σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας από το 1998, οι ερευνητές απαντούν ότι τα μοντέλα δεν είναι τόσο αποδοτικά σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο υπενθυμίζοντας ότι από το 1951 έως το 2012 τα κλιματικά μοντέλα οι προβλέψεις έπεσαν πιο κοντά σε σχέση με τις τελικές παρατηρήσεις.