Λογισμικός έλεγχος για το Χρέος και εκκαθάριση από παράνομους όρους η λύση

Για την απάτη σε βάρος της Ελλάδας με το τοκογλυφικό ΠΑΡΑΝΟΜΟ χρέος, μπορεί να γίνει κάτι που θα έπρεπε να γίνει και με τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Εκκαθάριση της οφειλής από παράνομους τοκογλυφικούς τόκους που επέβαλαν οι πιστωτές στην πρώτη περίπτωση και οι τράπεζες στη δεύτερη κι αυτό μπορεί να συμβεί με τεκμηριωμένο λογιστικό έλεγχο. 

Σύμφωνα με την ομάδα του analyst.gr η ελληνική Βουλή, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, οφείλει να μην υποκύψει στις παράνομες πιέσεις της Τρόικας – απαιτώντας το λογιστικό έλεγχο του νέου χρέους, ο οποίος θα διευκόλυνε σημαντικά τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του.

 

«Τα κράτη μέλη που υπόκεινται σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής, διεξάγουν πλήρη έλεγχο των δημόσιων οικονομικών τους προκειμένου να εκτιμήσουν, μεταξύ άλλων, τους λόγους που οδήγησαν σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα χρέους και να εντοπίσουν οποιαδήποτε πιθανή παρατυπία» (άρθρο 7, παράγραφος 9 του κανονισμού που υιοθετήθηκε το Μάιο του 2013 από την ΕΕ, το οποίο αφορά τις χώρες που υποβάλλονται σε ευρωπαϊκά «προγράμματα αναδιάρθρωσης» – πηγή).

 

 Άρθρο

Ο παραπάνω κανονισμός του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου της 21ης Μαΐου του 2013 (αριθμός 472), θα ήταν σκόπιμο να αναγνωσθεί από όλους, με πολύ μεγάλη προσοχή – έτσι ώστε να μπορέσουν να συμπεράνουν τι ακριβώς προβλέπει, ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα.
Μία χώρα που, αφενός μεν χρησιμοποιήθηκε με το χειρότερο δυνατό τρόπο ως «πειραματόζωο», αφετέρου υποχρεώθηκε, εξαπατήθηκε, εκβιάσθηκε καλύτερα σε μία σειρά συμβιβασμών – οι οποίοι είναι ανεπίτρεπτοι για μία δημοκρατική νομισματική ένωση, όπως η Ευρωζώνη.
Το γεγονός δε, σύμφωνα με το οποίο απορρίφθηκε το Νοέμβρη του 2012 από τη Βουλή η σύσταση μίας επιτροπής που θα ερευνούσε το χρέος, επιβεβαιώνει το συμπέρασμα μας – αφού φαίνεται πως πιθανότατα η πατρίδα μας εκβιαζόταν να αποφασίσει εναντίον των συμφερόντων της, ενώ οι Έλληνες εξαπατήθηκαν σαν ανόητοι (αφού τότε θα μπορούσαν και θα έπρεπε να προβούν σε στάση πληρωμών – άρθρο).
 

Έχοντας βέβαια ανέκαθεν την άποψη ότι, το ελληνικό χρέος πριν από το 2010 δεν μπορεί να θεωρηθεί επαχθές, με βάση τα διεθνή δεδομένα (άρθρο), παρά το ότι ήταν απεχθές, αφού ένα μεγάλο μέρος του οφειλόταν στη διαφθορά (κάτι που όμως δεν ωφελεί από νομικής πλευράς), πιθανολογούμε πως το χρέος μας μετά το 2010 θα μπορούσε να έχει μία διαφορετική αντιμετώπιση.

 

Σε κάθε περίπτωση, οι δανειστές συμπεριφέρθηκαν στην Ελλάδα, όπως ακριβώς οι αμερικανικές τράπεζες στους ιδιοκτήτες ακινήτων, οι οποίοι τα είχαν αγοράσει με ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης (sub primes) – με αποτέλεσμα να κατασχεθούν αργότερα.
Με τη βοήθεια τώρα ενός κειμένου του κ. Eric Toussain, ο οποίος μελέτησε από νομικής πλευράς το θέμα (πηγή), το χρέος μας μετά το Μάιο του 2010 είναι πιθανότατα επαχθές και πρέπει να διαγραφεί.
 

Ειδικότερα τα εξής:

 

Το δημόσιο χρέος το 2009 

 

Το ελληνικό χρέος που αντιπροσώπευε το 112,9% του ΑΕΠ το 2009, πριν την έκρηξη της ελληνικής κρίσης και την επέμβαση της Τρόικας, η οποία κατέχει πλέον το 80% αυτού του χρέους, έφτασε στο 180% σήμερα – σύμφωνα με τα νέα στοιχεία του λογιστηρίου του κράτους. Επομένως, η επέμβαση της Τρόικας προκάλεσε μια πολύ έντονη αύξηση του ελληνικού χρέους, καταστρέφοντας παράλληλα την ελληνική οικονομία και εξαθλιώνοντας την πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας μας.
Από το 2010 μέχρι το 2012, οι πιστώσεις που έδωσε η Τρόικα στην Ελλάδα, οδηγήθηκαν  σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εξόφληση των βασικών πιστωτών της, μέχρι εκείνη τη χρονική περίοδο – δηλαδή, στις ιδιωτικές τράπεζες των κυριότερων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (αναφορά), αρχής γενομένης από τις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες.
 .

.
Το 80% περίπου του ελληνικού χρέους ήταν στους ισολογισμούς των ιδιωτικών τραπεζών των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης – μόλις το 16,6% στις αμερικανικές. Οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες κατείχαν το 51% του συνόλου των τίτλων του ελληνικού χρέους.
 

Οι διασωθέντες τοκογλύφοι

 

Ένας λογιστικός έλεγχος του δημοσίου χρέους, θα τεκμηρίωνε πως οι ευρωπαϊκές ιδιωτικές τράπεζες αύξησαν πάρα πολύ τις πιστώσεις τους στην Ελλάδα, μεταξύ των ετών 2005 και 2009 – από τα 80 δις € στα 140 δις €, χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις ρεαλιστικές δυνατότητες της Ελλάδας να τις αποπληρώσει. Οι τράπεζες ενήργησαν προφανώς καιροσκοπικά, τυχοδιωκτικά ίσως, επειδή θεώρησαν πως οι ευρωπαϊκές αρχές θα έσπευδαν να τις βοηθήσουν – σε περίπτωση που θα υπήρχαν προβλήματα.

Επομένως, το σχέδιο της υποτιθέμενης διάσωσης της Ελλάδας, το οποίο κατέστρωσαν οι ευρωπαϊκές αρχές με τη βοήθεια του ΔΝΤ, επέτρεψε στην πραγματικότητα στις τράπεζες μερικών ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες διαθέτουν αποφασιστική επιρροή στους ευρωπαϊκούς Θεσμούς, να συνεχίσουν να αποπληρώνονται από την Ελλάδα – ενώ ταυτόχρονα μετέφεραν το ρίσκο τους στα κράτη, μέσω της Τρόικας.

Ο λογιστικός έλεγχος λοιπόν θα ανέλυε κατά πόσο είναι «έννομο» αυτό το σχέδιο διάσωσης. Εάν ήταν δηλαδή σύμφωνο με τις συμβάσεις της ΕΕ, ειδικά με το άρθρο 125 – το οποίο απαγορεύει σε ένα κράτος μέλος, να «επωμιστεί» τις οικονομικές δεσμεύσεις ενός άλλου κράτους μέλους.

Οι δημόσιοι δανειστές του 2010 (τα 14 κράτη μέλη που παραχώρησαν δάνεια στην Ελλάδα συνολικού ύψους 53 δις €, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κλπ.), δεν είναι σίγουρο πως σεβάσθηκαν την αρχή της αυτονομίας της θέλησης του δανειζόμενου – δηλαδή, της Ελλάδας.

Ενδεχομένως δε επωφελήθηκαν από την απόγνωση της Ελλάδας, λόγω των κερδοσκοπικών επιθέσεων των αγορών, έτσι ώστε να της επιβάλλουν συμβάσεις που αντιβαίνουν στο δικό της συμφέρον. Δεν είναι άλλωστε απίθανο να επέβαλλαν οι δανειστές «δρακόντειους όρους», ειδικά όταν απαιτούσαν υπερβολικά ποσοστά αποπληρωμής. 

 .
Συνεχίζοντας, είναι κάτι περισσότερο από απόλυτα απαραίτητος ο έλεγχος της δράσης του ΔΝΤ. Γνωρίζουμε πως μέσα στους κόλπους της ηγεσίας του ΔΝΤ, πολλοί εκτελεστικοί διευθυντές είχαν εκφράσει μεγάλες επιφυλάξεις για το δάνειο που παραχώρησε το ΔΝΤ – τονίζοντας συγκεκριμένα ότι, με δεδομένες τις πολιτικές που της επιβάλλονταν, η Ελλάδα δεν θα ήταν σε θέση να το εξοφλήσει. Το δάνειο λοιπόν εγκρίθηκε εν γνώσει του ΔΝΤ πως η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να το εξοφλήσει – οπότε είναι απολύτως παράνομο, ως καταχρηστικό.
Ενδεχομένως δε η ΕΚΤ υπερέβη σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δικαιοδοσία της, απαιτώντας από το ελληνικό κοινοβούλιο να νομοθετήσει για το δικαίωμα στην απεργία ή για τον ορισμό των μισθολογικών επιπέδων – κάτι που μάλλον συμβαίνει ξανά σήμερα, κρίνοντας από τα συνεχή τελεσίγραφα και τις προειδοποιήσεις της (άρθρο).
 .

Η επιχείρηση αναδιάρθρωση του χρέους

 

Περαιτέρω, στα τέλη του 2011 (PSI), καθώς επίσης στις αρχές του 2012, η Τρόικα είχε οργανώσει δύο αναδιαρθρώσεις του ελληνικού χρέους – οι οποίες παρουσιάστηκαν εκείνη την εποχή ως επιτυχίες, παρά το ότι εγκαινίασαν μία χρεοκοπία της Ελλάδας με δόσεις (άρθρο). Ο τότε πρωθυπουργός είχε αναγγείλει στις αρχές Νοεμβρίου 2011, την πρόθεσή του να οργανώσει ένα δημοψήφισμα, σε σχέση με αυτήν την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους που προετοίμασε η Τρόικα – βρίσκοντας σύμφωνους ελάχιστους.

Κάτω από τη πίεση της Τρόικας, αυτό το δημοψήφισμα δεν έγινε ποτέ και οι Έλληνες Πολίτες στερήθηκαν του δικαιώματος τους να αποφασίσουν οι ίδιοι για τα νέα χρέη, με τα οποία θα επιβαρύνονταν. Ορισμένα, μάλλον διατεταγμένα ΜΜΕ, αναπαρήγαγαν δυστυχώς το έωλο επιχείρημα ότι, η αναδιάρθρωση επέτρεπε να μειωθεί κατά 50% το ελληνικό χρέος. Στην πραγματικότητα όμως, το ελληνικό χρέος είναι μεγαλύτερο το 2015 από ότι ήταν το 2011 – τη χρονιά που προηγήθηκε της μεγάλης διαγραφής του υποτιθέμενου 50%.

 

Ο λογιστικός έλεγχος λοιπόν θα αποδείκνυε πιθανότατα ότι, η μεγάλη «επιχείρηση αναδιάρθρωσης» συνιστούσε μια τεράστια εξαπάτηση – ενώ συνδεόταν με την εξυπηρέτηση εκείνων των πολιτικών, οι οποίες είναι αντίθετες με τα συμφέροντα της Ελλάδας και των Πολιτών της.

Παραστατικά, θα έμοιαζε με μία υπερχρεωμένη εταιρεία (Ελλάδα) η οποία, αντί να χρεοκοπήσει, θα είχε αναγκάσει το προσωπικό της (Έλληνες) να δανειστεί και να της τα δώσει, για να εξυπηρετήσει οι ίδια τους δανειστές της (Τρόικα) – οι οποίοι της το επέβαλλαν, εν γνώσει της αδυναμίας της, για να δώσουν τα χρήματα στις δικές τους εταιρείες (τοκογλύφους, τράπεζες).
Τέλος, ο λογιστικός έλεγχος θα αξιολογούσε επίσης κατά πόσον οι αυστηροί όροι που επέβαλε η Τρόικα στην Ελλάδα, σε αντάλλαγμα για τις πιστώσεις που της παραχωρήθηκαν, συνιστούν τη χαρακτηριστική παραβίαση μιας σειράς συμβάσεων και συνθηκών που οφείλουν να σέβονται οι δημόσιες αρχές – τόσο από την πλευρά των πιστωτών, όσο και από αυτήν του δανειζόμενου, δηλαδή της Ελλάδας.
 

Τα παράνομα προγράμματα της Τρόικας

 

Συνεχίζοντας, ο καθηγητής νομικής κ. Andreas Fischer-Lescano, για λογαριασμό του Εργατικού Κέντρου της Βιέννης, απέδειξε χωρίς καμιά αμφιβολία ότι, τα προγράμματα της Τρόικας είναι παράνομα, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό και το διεθνές Δίκαιο.

Τα μέτρα που προβλέπονταν από τα προγράμματα προσαρμογής και τα οποία επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, καθώς επίσης οι συγκεκριμένες πολιτικές που αποτελούν τις άμεσες συνέπειές τους, παραβιάζουν μια σειρά θεμελιωδών δικαιωμάτων – όπως το δικαίωμα στην υγεία, στη μόρφωση, στη στέγαση, στη κοινωνική ασφάλιση και σε ένα δίκαιο μισθό, καθώς επίσης την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και τη συλλογική διαπραγμάτευση.

Όλα αυτά τα δικαιώματα προστατεύονται από πολυάριθμα νομικά κείμενα σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο – όπως από τη «χάρτα θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης», από την «ευρωπαϊκή συνθήκη ανθρωπίνων δικαιωμάτων», από την «ευρωπαϊκή κοινωνική χάρτα», από τα δυο «σύμφωνα του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα», από τη «χάρτα του ΟΗΕ» κοκ.
Στα πλαίσια αυτά, ο λογιστικός έλεγχος θα μπορούσε να καταδείξει ότι, τα μέτρα που έχουν υπαγορεύσει οι πιστωτές είναι αντίθετα με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα – ενώ παραβιάζουν μία σειρά συμβάσεων. Μπορούν δε να τεκμηριωθούν πολύ σημαντικές «παρατυπίες». Σε κάθε περίπτωση, η επιτροπή που θα διεξήγαγε το λογιστικό έλεγχο, θα μπορούσε να εκφέρει εμπεριστατωμένη γνώμη, για το κατά πόσο το χρέος που έχει συνάψει η Ελλάδα με την Τρόικα είναι νόμιμο, «άνομο» ή άκυρο.
 .

Να τηρήσει τις δεσμεύσεις της η κυβέρνηση

 

Η νέα ελληνική Βουλή, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, οφείλει να μην υποκύψει στις πιέσεις της Γερμανίας (η οποία συνεργάζεται προφανώς με τη Γαλλία, έχοντας σε κάποιο βαθμό κοινά συμφέροντα μαζί της), απαιτώντας το λογιστικό έλεγχο του νέου χρέους – έτσι ώστε να αποδειχθεί η νομιμότητα του ή μη, η οποία θα διευκόλυνε σημαντικά τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του.

Παράλληλα, η κυβέρνηση πρέπει να τηρήσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις, όσον αφορά την εξεταστική επιτροπή για τον έλεγχο όλως όσων συνέβησαν, πριν και μετά την εκλογή του κόμματος που οδήγησε την Ελλάδα στο ΔΝΤ και στη χρεοκοπία – αμέσως μετά, στην πιο σκοτεινή περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
 

Ολοκληρώνοντας, υπενθυμίζουμε ξανά πως μία διαγραφή του δημοσίου χρέους κατά 50% σημαίνει ότι, την επόμενη ημέρα το πρωί η χώρα θα όφειλε 160 δις € από 320 δις € σήμερα – ενώ με όλα τα υπόλοιπα «τεχνάσματα», το χρέος παραμένει 320 δις €, ακόμη και αν πληρωθεί πολύ αργότερα.

Το σημαντικότερο είναι άλλωστε οι τόκοι, με τους οποίους επιβαρύνεται – οι οποίοι, ακόμη και αν επιλεγόταν η λύση των ομολόγων μεγάλης ή αόριστης διάρκειας, όπως αυτή που προτάθηκε στην ΕΚΤ, θα συνέχιζαν να υπάρχουν, εις βάρος του προϋπολογισμού και του χρέους. Έτσι, το δημόσιο χρέος θα κληροδοτούταν στις επόμενες γενιές – κάτι που θα ήταν φυσικά ανεύθυνο και ανέντιμο εκ μέρους μας, αφού εμείς το δημιουργήσαμε.

 

Τμήμα Ειδήσεων Radio1d.gr