Ο πληθωρισμός υπό το μηδέν όμως… η ακρίβεια επιμένει

Μια… εικονική πραγματικότητα αποτελεί για τα εκατομμύρια των Ελλήνων καταναλωτών ο αποπληθωρισμός.

 

Οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών σύμφωνα με τους δείκτες της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής κάθε μήνα, σε ετήσια βάση, δείχνουν να υποχωρούν, αλλά η συντριπτική πλειονότητα των νοικοκυριών αυτήν τη μείωση δεν μπορεί να τη νιώσει κατά τη διάρκεια των αγορών των βασικών αγαθών που χρειάζεται για να επιβιώσει.

 

Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 1960 οπότε και επίσημα καταγράφεται η πορεία των τιμών, ο πληθωρισμός σπάει αλλεπάλληλα ρεκόρ πτώσης. Ετσι, τον Φεβρουάριο ο δείκτης τιμών καταναλωτή σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα μειώθηκε κατά 2,2%.

 

Ο αποπληθωρισμός έκανε την εμφάνισή του στη διάρκεια της εφαρμογής στη χώρα των μνημονίων. Τα μέτρα που ελήφθησαν είχαν ως στόχο την εσωτερική υποτίμηση προκειμένου η οικονομία να εμφανίσει εκ νέου ανταγωνιστικότητα. Μια από τις παρεμβάσεις ήταν και η μείωση των μισθών. Ετσι, σύμφωνα με στοιχεία της ΓΣΕΕ, αυτοί υποχώρησαν κατά 23,1% σε σχέση με το 2010. Αμέσως, αμέσως γίνεται αντιληπτό ότι οι τιμές δεν ακολούθησαν την πτώση των μισθών με αποτέλεσμα τα νοικοκυριά να μην έχουν την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθούν στις νέες τιμές, οι οποίες επίσης έχουν αρχίσει να μειώνονται.

 

Αν εξετάσουμε, όμως, την πορεία των τιμών στην ίδια περίοδο με την οποία οι μισθοί μειώθηκαν κατά 23,1%, τότε θα διαπιστώσουμε ότι οι καταναλωτές εξακολουθούν να βλέπουν και να πληρώνουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες αγαθών αυξήσεις.

 

Ομως και παρά τις μειώσεις σε κατηγορίες προϊόντων το αγοραστικό κοινό έχει μειωθεί δραματικά. Ετσι δεν υπάρχει ζήτηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι άνεργοι είναι περίπου 1,2 εκατομμύρια. Πρόκειται για ένα σημαντικό μέγεθος καταναλωτών, οι οποίοι ουσιαστικά απέχουν από τα ψώνια ακόμη και από εκείνα των βασικών τους αγαθών. Υπάρχει λοιπόν γι’ αυτήν την κατηγορία των καταναλωτών η αίσθηση ότι οι τιμές είναι υψηλές.

 

Επίσης, μεγάλος είναι και ο αριθμός των εργαζομένων που κακοπληρώνονται. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις της ΓΣΕΕ, περίπου 1,2 εκατομμύρια εργαζόμενοι πληρώνονται με καθυστερήσεις από 3 έως και 12 μήνες. Και αυτά τα νοικοκυριά έχουν κάθε λόγο να λένε πως υπάρχει ακρίβεια.

Η «Οικονομία» του «Εθνους της Κυριακής» επεξεργάστηκε τους δείκτες τιμών ανά ομάδα αγαθών και υπηρεσιών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Συγκεκριμένα συνέκρινε εκείνους του Φεβρουαρίου του 2010 με τους αντίστοιχους του ίδιου φετινού μήνα. Ετσι, η «διατροφή και τα μη αλκοολούχα ποτά» αυξήθηκαν κατά 4,38%. Τα «αλκοολούχα ποτά και ο καπνός» εκτινάχθηκαν κατά 30,24%, κυρίως λόγω της αύξησης της φορολογίας. Η «στέγαση» περιλαμβάνει δαπάνες για πετρέλαιο θέρμανσης, κοινόχρηστα και τιμές ακινήτων αυξήθηκε κατά 17,8%. Οι «μεταφορές» ανέβηκαν κατά 5,8% λόγω των καυσίμων αλλά και της ανόδου των τιμών των κομίστρων.

 

Τα νοικοκυριά, λοιπόν, είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται από το 2010 έως σήμερα κατά 23,1%. Για την ακρίβεια, οι μέσες ετήσιες αποδοχές ανά εργαζόμενο, σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, έχουν πέσει φέτος στα 21.930 ευρώ, όταν το 2010 ήταν 28.548 ευρώ. Οι τιμές όμως, για παράδειγμα, των ειδών διατροφής αυξήθηκαν κατά 4,38%.

 

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;

 

Παράγοντες της αγοράς αλλά και του υπουργείου Οικονομίας εξηγούν τους λόγους:

 

1 Η υψηλή εξάρτηση της Ελλάδας από τις εισαγωγές, τόσο των πρώτων υλών όσο και των τελικών προϊόντων, σε συνδυασμό με τις διαχρονικά υψηλές τιμές της ενέργειας, εμποδίζουν τη μεγαλύτερη προσαρμογή των τιμών. Η συντριπτική πλειοψηφία των διακινούμενων βασικών καταναλωτικών αγαθών ενσωματώνουν ελάχιστη εγχώρια υπεραξία (εισάγονται έτοιμα προς διάθεση και κατανάλωση) κατά συνέπεια η κοστολογική τους βάση επηρεάζεται ελάχιστα από τη μείωση μισθών.

 

2 Εξωτερικοί παράγοντες όπως οι διεθνείς τιμές των καύσιμων και οι διεθνείς τιμές των πρώτων υλών και των εμπορευμάτων (food and non-food commodities) προκαλούν σημαντικές πληθωριστικές επιδράσεις. Τα τελευταία χρόνια οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές δεν επέτρεψαν σε αυτή τη δύσκολη οικονομική κατάσταση τη μεγαλύτερη προσαρμογή των εγχώριων τιμών εξαιτίας του εισαγόμενου πληθωρισμού. Χαρακτηριστικά, οι τιμές της ενέργειας ακολουθούν διαρκώς ανοδικές τάσεις με μικρές καθοδικές προσαρμογές όπως πρόσφατα. Ομως σε αυτή την περίπτωση η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου δεν άφησε να περάσει στους καταναλωτές η μείωση των τιμών.

 

3 Ο ΦΠΑ στα βασικά καταναλωτικά αγαθά είναι υψηλότερος στην Ελλάδα σε σχέση με άλλα κράτη – μέλη. Ετσι, από τον Ιανουάριο 2011 είναι 13% (και 23% για αναψυκτικά και χυμούς), σημαντικά υψηλότερος από την Αγγλία (0%) και τη Γαλλία (10% και 5,5%) και την Ισπανία (10% και 4%), αλλά και τις περισσότερες χώρες της ΕΕ. Ο αντίστοιχος «23%» της Ελλάδας, στην Αγγλία είναι 20%, στην Ισπανία 21% και στη Γαλλία 20%.

 

4 Η ελληνική αγορά έχει την ιδιομορφία να είναι και ολιγοπωλιακά διαρθρωμένη εκτός από εισαγωγική και ελλειμματική στην παραγωγή της.

 

5 Η μεγάλη απόσταση της χώρας από τα παραγωγικά κέντρα της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης και η πολυπλοκότητα της γεωγραφίας (π.χ. οδικό δίκτυο, νησιά κ.λπ.) είναι άλλος ένα παράγοντας που επηρεάζει τις τιμές μέσω των αυξημένων μεταφορικών.

 

6 Η γραφειοκρατία και η έλλειψη σαφούς χωροταξικού σχεδιασμού μπλοκάρουν επενδύσεις που θα έφερναν μείωση του κόστους των επιχειρήσεων. Σε αντίθεση με τις τιμές των αγαθών, οι τιμές υπηρεσιών ακολουθούν πτωτική τροχιά. Για παράδειγμα στις «επικοινωνίες», την «εκπαίδευση», την «ένδυση και υπόδηση» οι μεταβολές την περίοδο Φεβρουαρίου 2010-2015 είναι αρνητικές. Σε αυτούς τους κλάδους το μισθολογικό κόστος είναι ένας από τους σημαντικότερους λόγους διαμόρφωσης των τιμών. Ετσι η μείωση των μισθών συνετέλεσε στην πτώση και των τιμών.

 

Πηγή: Έθνος