Ο τραυλισμός είναι μια ελέγξιμη διαταραχή -Ατομικά και ομαδικά προγράμματα θεραπείας στο ΨΝΘ

Μια ελέγξιμη διαταραχή στη ροή της ομιλίας είναι ο τραυλισμός, ο οποίος εμφανίζεται στο 5% των παιδιών προσχολικής ηλικίας, αλλά παραμένει μόνο στο 1% από αυτά και στη μετέπειτα ζωή τους.

 

Όταν το άτομο που τραυλίζει αρχίσει να έχει επίγνωση της δυσχέρειας στη ροή της ομιλίας του, μπορεί να αποφεύγει λέξεις ή και τη συμμετοχή του ακόμη σε διάφορες επικοινωνιακές καταστάσεις. Ο τραυλισμός μπορεί να δημιουργήσει συναισθηματικές δυσκολίες και να επηρεάσει τη σχολική επίδοση και την κοινωνική ζωή του προσώπου που τραυλίζει.

 

Για την αντιμετώπιση του τραυλισμού λειτουργούν ατομικά και ομαδικά προγράμματα θεραπείας στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Βορειοδυτικού Τομέα του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης που βρίσκεται στην οδό Στ. Παπαδοπούλου 20, στις Συκιές.

 

Τα ατομικά προγράμματα απευθύνονται σε: παιδιά προσχολικής ηλικίας με τη συμμετοχή των γονιών τους, παιδιά σχολικής ηλικίας, εφήβους και ενήλικες. Τα ομαδικά προγράμματα απευθύνονται σε εφήβους και ενήλικες. Οι ομαδικές θεραπείες για εφήβους και ενήλικες που τραυλίζουν θα ξεκινήσουν τον Δεκέμβριο 2014, υπό την εποπτεία της λογοπεδικού Κατερίνας Καλαϊτζίδου (τηλ. επικοινωνίας 2313-310100).

 

Δύο νέοι, η 19χρονη Βασιλική και ο 22χρονος Φώτης, που παρακολούθησαν το ομαδικό εντατικό προγράμματος θεραπείας τραυλισμού, που υλοποιήθηκε στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Βορειοδυτικού Τομέα και ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2014, δίνουν τα δικά τους μηνύματα.

 

“Ο τραυλισμός για μένα ήταν δυσκολία έκφρασης, τροχοπέδη στην επικοινωνία, στις διαπροσωπικές σχέσεις, στον χώρο της εκπαίδευσης και αργότερα στο επάγγελμά μου. Τώρα, έχοντας ολοκληρώσει το πρόγραμμα, είναι απλώς μια διαταραχή στη ροή της ομιλίας μου. Μια ελέγξιμη διαταραχή” λέει η Βασιλική, η οποία είναι φοιτήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και προσθέτει:

 

“Ήταν η πρώτη φορά που είχα την ευκαιρία να συναναστραφώ με πρόσωπα που τραυλίζουν. Η διαταραχή στη ροή της ομιλίας τους, ηχούσε στα αυτιά μου αρχικά παράξενα, ενώ παράλληλα με έκανε να αισθάνομαι οικεία. Ακόμα, το γεγονός ότι εμφανίζαμε την ίδια ιδιαιτερότητα μού δημιουργούσε αισθήματα ανακούφισης. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, υπήρχε η δυνατότητα αναγνώρισης κοινών εμπειριών και ανταλλαγής διαφορετικών. Ιδιαίτερα χρήσιμη για την ομαλή διεξαγωγή της θεραπείας ήταν ακόμα η αλληλοϋποστήριξη και η αλληλοενθάρρυνση. Μέσω της εκμάθησης τεχνικών, λοιπόν, επιτεύχθηκε ο έλεγχος της ομιλίας μας καθώς και η μείωση της έντασης και της συχνότητας τραυλισμού. Οι τεχνικές εφαρμόζονταν και σε πραγματικές συνθήκες, σε δύσκολες για εμάς περιστάσεις επικοινωνίας. Παρατηρούσα, λοιπόν, πως με φόβιζε πολύ λιγότερο μια ερώτηση σε έναν περαστικό, μια δημόσια υπηρεσία, ένα τηλεφώνημα σε άγνωστο πρόσωπο. Θα ήταν παράλειψη αν στο πρόγραμμα δεν γινόταν αναφορά στο ψυχολογικό κομμάτι, καθώς τα συμπτώματα του τραυλισμού συνδέονται με τον κοινωνικό περίγυρο. Στόχος ήταν, λοιπόν, η συστηματική απευαισθητοποίηση, ο έλεγχος των συναισθημάτων που σχετίζονται με τον τραυλισμό και η αλλαγή στάσεων στην επικοινωνία. Η πραγματοποίηση των τεχνικών που προανέφερα, σε πραγματικές συνθήκες, συνέβαλε στην επίτευξη των παραπάνω στόχων”.

 

Τολμήστε το, λέει ο Φώτης, που είναι φοιτητής του τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών ΑΠΘ και προσθέτει: “Ομολογώ πως οι προσδοκίες μου για την αποτελεσματικότητα του εντατικού προγράμματος τροποποίησης τραυλισμού ήταν σχετικά μικρές. Και αυτό, διότι είχα ήδη παρακολουθήσει δύο λογοθεραπευτικά προγράμματα στο παρελθόν, κανένα από τα οποία δεν αποτέλεσε μια συντεταγμένη και ολοκληρωμένη προσέγγιση θεραπείας και ως εκ τούτου δεν είχε χειροπιαστά αποτελέσματα. Το πρόγραμμα τροποποίησης στο οποίο συμμετείχα βελτίωσε τη ροή της ομιλίας μου και πιστεύω ότι η προσέγγιση που ακολουθήθηκε ήταν αυτή που ταίριαξε σε εμένα περισσότερο από όλες όσες παρακολούθησα. Η θεραπεία κινούνταν σε δυο άξονες: έναν τεχνικό, ο οποίος αφορά την εξάσκηση κάποιων τεχνικών τροποποίησης και ελέγχου της ροής της ομιλίας και έναν ψυχοθεραπευτικό, ο οποίος εστιάζει στη ψυχολογικές επιδράσεις του τραυλισμού και στοχεύει στη μείωση του ψυχολογικού φορτίου που συνήθως επωμίζονται τα άτομα που βιώνουν τον εξελικτικό τραυλισμό. Κατά τη διάρκεια του προγράμματος, στην προσπάθειά μας να ελέγξουμε τη ροή της ομιλίας μας αναγκαστήκαμε να αλλάξουμε πολλές συνήθειες που είχαμε καθώς μιλούσαμε, γεγονός το οποίο ήταν ιδιαίτερα δύσκολο και απαιτητικό. Παρ’ όλη την πίεση του χρόνου, οι στόχοι οι οποίοι τέθηκαν εκπληρώθηκαν πλήρως. Συνολικά, η όλη διαδικασία της θεραπείας δεν ήταν εύκολη και αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για όποιον θελήσει να το δοκιμάσει”.