Οι επιπτώσεις του κορωνοϊού στην ελληνική οικονομία -Τι θα ζητήσει ο Χρήστος Σταϊκούρας στο Eurogroup

Με τρεις βασικές διεκδικήσεις που σχετίζονται με την διαχείριση και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων που δέχεται η ελληνική οικονομία από το προσφυγικό και την πανδημία του κορωνοϊού προσέρχεται ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας στο κρίσιμο Eurogroup της Δευτέρας στις Βρυξέλλες.

Στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών αναμένεται να καθορισθεί το πλαίσιο των αποφάσεων για τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής τα οποία σκοπεύει να λάβει η ΕΕ, ώστε να απορροφήσει τους μεγάλους κραδασμούς που δέχεται η ευρωπαϊκή οικονομία από την πανδημία, αποσοβώντας τον κίνδυνο ύφεσης που διαγράφεται στον ορίζοντα.

Υπό τα δεδομένα αυτά ο Χρήστος Σταϊκούρας αναμένεται να παρουσιάσει στους ευρωπαίους ομολόγους του τις έκτακτες συνθήκες που βιώνει και η ελληνική οικονομία, τόσο από τη διαχείριση του προσφυγικού προβλήματος το οποίο απαιτεί ιδιαίτερα αυξημένες δαπάνες, όσο και από τις δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού. Η δύσκολη αυτή κατάσταση καθορίζει τις διεκδικήσεις με τις οποίες θα προσέλθει η ελληνική κυβέρνηση στη συνεδρίαση του Eurogroup, αλλά και στη Σύνοδο Κορυφής της 26 – 27 Μαρτίου τις οποίες άλλωστε προδιέγραψε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην τηλεδιάσκεψη που είχε με τους 27 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περασμένη εβδομάδα.

Τα ελληνικά αιτήματα είναι τα ακόλουθα:
Να εξαιρεθούν οι δαπάνες για την διαχείριση του προσφυγικού από τον υπολογισμό του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Να εξαιρεθούν, επίσης, οι δαπάνες για την διαχείριση των επιπτώσεων του κορωνοϊου από τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Να υπάρξει ευελιξία σε ότι αφορά την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και κυκλική προσαρμογή του στόχου 3,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα με βάση τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία.
Σε ότι αφορά την εξαίρεση των δαπανών για το προσφυγικό, κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών θεωρούν ότι το θέμα έχει λήξει και ότι στο Eurogroup θα ληφθούν οι αποφάσεις για την εξαίρεση από τον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος, ποσού που σύμφωνα με πληροφορίες έχει αγγίξει τα 400 εκατ. ευρώ από 280 εκατ. ευρώ που ήταν πριν από λίγες ημέρες.

Τα άλλα δύο αιτήματα είναι αλληλένδετα καθώς αφορούν τη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού. Η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες της ΕΕ, έχει ανάγκη από δημοσιονομικό χώρο για να καλύψει τις αυξημένες δαπάνες που απαιτούνται για να προστατευθούν και να στηριχθούν κλάδοι, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και πολίτες που πλήττονται από την πανδημία. Αυτό σημαίνει ότι οι δαπάνες αυτές πρέπει να εξαιρεθούν από τον υπολογισμό του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος. Ήδη δαπάνες ύψους 15 εκατ. ευρώ κατευθύνονται για την ενίσχυση του συστήματος υγείας ενώ το κόστος από τα μέτρα στήριξης των εργαζομένων μόνο για τους τρεις νομούς (Αχαϊα, Ηλεία, Ζάκυνθος) όπου επιχειρήσεις έκλεισαν με απόφαση του κράτους, ανέρχεται σε 100 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για έναν λογαριασμό ο οποίος θα αυξηθεί στο αμέσως επόμενο διάστημα, με τις επιχειρήσεις που κλείνουν υποχρεωτικά θέατρα, κινηματογράφοι, γυμναστήρια, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και φροντιστήρια και αν ληφθούν υπόψη οι αυξημένες δαπάνες του ΕΦΚΑ για τις άδειες ειδικού σκοπού που θα χορηγηθούν σε εργαζόμενους γονείς και το κόστος των υπόλοιπων μέτρων που ανακοινώθηκαν ή πρόκειται να ανακοινωθούν.

Παράλληλα η Ελλάδα ζητά ευελιξία στον υπολογισμό του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα με βάση τις δυσμενείς επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία από τον κορωνοϊό, κάτι που άλλωστε ισχύει για όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες που δεσμεύονται από τους στόχους για το ύψος των ετησίων δημοσιονομικών ελλειμμάτων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Για αυτό και το θέμα της απόκλισης από τους στόχους του Συμφώνου αναμένεται να κυριαρχήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μετά και την έντονη πίεση που ασκεί η Ιταλία προς την κατεύθυνση αυτή. Οι επισημάνσεις του Κυρ. Μητσοτάκη στην τηλεδιάσκεψη των 27 ηγετών της ΕΕ ότι “οι δημοσιονομικοί στόχοι που μπορεί να τέθηκαν σε άλλες συγκυρίες ενδεχομένως να μην μπορούν να επιτευχθούν” δίνουν το στίγμα των ελληνικών θέσεων κατά τη συνεδρίαση. Όπως είπε “είναι μία πραγματικότητα που όλοι θα λάβουμε υπόψη μας και αυτή τη φορά πρέπει και δημοσιονομικά και οικονομικά να αντιδράσουμε γρήγορα, ώστε να μην αφήσουμε την οικονομική κρίση μας να θυμίζει άλλες κακές εποχές”.

Η ελληνική οικονομία βιώνει, πάντως, τα πρώτα έντονα αρνητικά σημάδια από την πανδημία του κορωνοϊού. Ήδη η Τράπεζα της Ελλάδος στην ετήσια έκθεσή της που θα δοθεί την ερχόμενη Πέμπτη στη δημοσιότητα θα προβλέπει δύο νέα σενάρια για τον ρυθμό ανάπτυξης το 2020 με το δυσμενέστερο να κατεβάζει τον πήχη κατά μισή μονάδα, στο 2% έναντι 2,5% που προέβλεπε αρχικά. Το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει ακόμη αναθεωρήσει την πρόβλεψή του για τον ρυθμό ανάπτυξης φέτος (2,8%), αλλά αυτό μένει να φανεί στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής που αναμένεται να παρουσιασθεί το Μάιο με βάση τον σημερινό προγραμματισμό. Σε κάθε περίπτωση, το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται με τις επιπτώσεις από τον κορωνοϊό δημιουργεί νέα δεδομένα και στον σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής. Ενδεικτική είναι η δήλωση του υφυπουργού Οικονομικών αρμόδιου για την δημοσιονομική πολιτική Θεόδωρου Σκυλακάκη ο οποίος τις προηγούμενες ημέρες σε ερώτηση σχετική με τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και του ΕΝΦΙΑ που έχει προαναγγείλει η κυβέρνηση είπε ότι “πρέπει να δούμε την έκταση του φαινομένου” διευκρινίζοντας ότι αν η κρίση διαρκέσει δύο – τρείς μήνες το κόστος θα είναι πολύ μεγάλο.

Δυσμενέστερες συγκριτικά με τις προβλέψεις της Τραπέζης της Ελλάδος είναι οι εκτιμήσεις του ΚΕΠΕ και του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου. Στο ήπιο σενάριο, με την επιδημία να περιορίζεται και να ελέγχεται εντός του Μαρτίου το ΚΕΠΕ προβλέπει μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 0,1% έως 0,3% από το επίπεδο του 2,5%. Στο μετριοπαθές σενάριο, με την επιδημία να περιορίζεται και να ελέγχεται εντός του δεύτερου τριμήνου προβλέπεται μείωση του ΑΕΠ κατά 0,4% έως 0,6%. Στο δυσμενές σενάριο, με την επιδημία να επεκτείνεται και στο τρίτο τρίμηνο του 2020 προβλέπεται μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 0,7% έως 0,9%. Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στο δυσμενές σενάριο του προβλέπει μείωση του ΑΕΠ έως 0,9% έναντι αύξησης 2,5% που προέβλεπε αρχικά.

Πώς θα αντιμετωπίσει η Ευρωζώνη τις οικονομικές επιπτώσεις από τον κορωνοϊό
Η ταχεία εξάπλωση του κορωνοϊού στην Ευρώπη και σε όλο σχεδόν τον κόσμο, με τα περιοριστικά μέτρα να ανακοινώνονται το ένα μετά το άλλο την περασμένη εβδομάδα, έκανε ξεκάθαρο ότι και οι επιπτώσεις του στην οικονομία θα είναι μεγάλες, αλλά και ότι θα χρειαστούν αντίστοιχα δραστικά μέτρα για τον περιορισμό τους. Ακόμη και αν η κρίση διαρκέσει λίγους μήνες, όπως είναι το βασικό σενάριο των διεθνών οικονομικών οργανισμών και των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους αρχίσει να βελτιώνεται η κατάσταση, οι συνέπειες όσον αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης θα είναι σημαντικές. Το πλήγμα που δέχονται ολόκληροι κλάδοι από τα περιοριστικά μέτρα των κυβερνήσεων είναι βαρύ, η παραγωγή επηρεάζεται αρνητικά από τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η συνολική ζήτηση στην οικονομία μειώνεται.

Για την Ευρωζώνη, που η οικονομία της ήταν εξασθενημένη πριν από την εμφάνιση του κορωνοϊούλόγω των εμπορικών πολέμων και του Brexit, ο κίνδυνος μίας ύφεσης είναι πλέον ορατός. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είχε αναθεωρήσει πτωτικά την πρόβλεψή της για τον ρυθμό ανάπτυξης πριν ακόμη την καταιγίδα των μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Η τελευταία πρόβλεψή της ήταν ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα αυξανόταν φέτος 0,8%, αλλά έχει πλέον ξεπερασθεί από τα πράγματα, όπως τόνισε και η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη τύπου που έδωσε την περασμένη Πέμπτη. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε τη χορήγηση μακροπρόθεσμων δανείων στις τράπεζες με ακόμη χαμηλότερο επιτόκιο, που μπορεί να φθάσει έως το -0,75%, με την προϋπόθεση ότι θα αυτές θα τα χρησιμοποιήσουν για να χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, που θα αντιμετωπίσουν προβλήματα λόγω του κορωνοϊού. Παράλληλα, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τις αγορές κρατικών ομολόγων κατά 120 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2020, ενώ χαλάρωσε και τους περιορισμούς που επιβάλλει στις τράπεζες όσον αφορά τα κεφάλαια που πρέπει να διατηρούν, ώστε να έχουν μεγαλύτερη άνεση για τη χρηματοδότηση της οικονομίας.

Τα μέτρα αυτά δεν ενθουσίασαν τις αγορές, με τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια να καταγράφουν την Πέμπτη τη μεγαλύτερη ιστορικά ημερήσια πτώση τους, ενώ και η Wall Street κατρακύλησε σχεδόν 10%, σημειώνοντας τη χειρότερη επίδοσή της από το 1987. Η Λαγκάρντ ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι απαιτείται «μία φιλόδοξη και συντονισμένη δημοσιονομική πολιτική», μεταφέροντας στις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης το μεγαλύτερο βάρος για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Πράγματι, πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να κάνει πολλά στη σημερινή συγκυρία, καθώς τα επιτόκια της ΕΚΤ είναι ήδη πολύ χαμηλά και οι αγορές ομολόγων της υπερβαίνουν τα 2,6 τρισ. ευρώ. Κατά την εκτίμησή τους, η ΕΚΤ μπορεί μόνο να διασφαλίσει ότι θα υπάρχει φθηνή ρευστότητα στις τράπεζες για να χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις που θα αντιμετωπίσουν αντίστοιχα προβλήματα και σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν τα μέτρα που πήρε.

Τα μέτρα της ΕΚΤ επέκρινε και ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, αλλά αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να κάνει πολλά στη σημερινή συγκυρία, καθώς τα επιτόκια της ΕΚΤ είναι ήδη πολύ χαμηλά και οι αγορές ομολόγων της υπερβαίνουν τα 2,6 τρισ. ευρώ.

Η φύση της σημερινής κρίσης είναι τέτοια που απαιτεί μεγάλης κλίμακας μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής για να στηριχθούν κλάδοι που πλήττονται, οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις που κλείνουν για την προστασία της υγείας από τον κορωνοϊό, καθώς και για να επιδοτηθούν οι γονείς που πρέπει να μείνουν στο σπίτι με τα παιδιά για το διάστημα που είναι κλειστά τα σχολεία. Παράλληλα, βέβαια, θα πρέπει να αυξηθούν και οι δαπάνες για το σύστημα υγείας. Η ανάγκη για μεγάλα δημοσιονομικά πακέτα είναι προφανής και στην κατεύθυνση αυτή κινείται πλέον η Ευρωζώνη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμήνυσε ότι για τις δημοσιονομικές δαπάνες που αφορούν στην αντιμετώπιση του κορονοϊού θα γίνεται χρήση της προβλεπόμενης ευελιξίας του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για έκτακτες καταστάσεις, ενώ ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, που συνεδριάζει τη Δευτέρα, 16 Μαρτίου, δήλωσε στους Financial Times ότι θα υπάρξει απόφαση για ένα πολύ μεγάλο πακέτο μέτρων.


Πηγή: iefimerida.gr