Οι ξένοι αναλυτές δεν βλέπουν υψηλή πιθανότητα για Grexit

Την εξεύρεση λύσης μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών βλέπουν ως πιθανότερη εξέλιξη αναλυτές διεθνών οίκων, μεταξύ των οποίων η Citigroup, η Royal Bank of Scotland και η UBS, που εκτιμούν ότι οι πιθανότητες ενός Grexit είναι υπερβολικές.

Παρά το γεγονός ότι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εκτινάχθηκαν χθες πάνω από 21%, το ενδεχόμενο ενός Grexit περιορίζεται στο 10% για τη RBS, ενώ αντίθετα η γερμανική τράπεζα Berenberg ανεβάζει μια τέτοια πιθανότητα στο 35%.

Η Citigroup θεωρεί ότι η ελληνική κυβέρνηση και οι δανειστές θα έρθουν τελικώς σε λύση, ώστε να αποφευχθεί η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, αλλά εκτιμά πως ακόμη και αν δεν βρεθεί λύση, το Grexit δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Συνεχίζουμε να αναμένουμε μια συμφωνία για τις δύο πλευρές –παρά τους κινδύνους οι διαπραγματεύσεις να αποτύχουν– υποστηρίζει η Citigroup, αλλά «θα απαιτηθεί και οι δύο να περιορίσουν τις διαφορές τους». Σύμφωνα με τη Citibank απαραίτητες προϋποθέσεις για να αποφευχθεί η χρεοκοπία είναι να υπάρξει κατ’ αρχήν μια ενδιάμεση συμφωνία (πιθανώς μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου) που να διατηρεί την ελληνική κυβέρνηση και τις ελληνικές τράπεζες σε χρηματοδότηση μέχρι και τέσσερις μήνες, με την ΕΚΤ να παίζει καθοριστικό ρόλο κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής και στη συνέχεια μια πιο ουσιαστική και διαρκής συμφωνία διάσωσης, που θα συμφωνηθεί σε αυτή την περίοδο.

«Οι ανησυχίες για μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ είναι υπερβολικές», υποστήριξε ο Αλμπέρτο Γκάλο, επικεφαλής της Royal Bank of Scotland. Χαρακτήρισε το ελληνικό χρέος ως μη βιώσιμο, ανεβάζοντας το κόστος αναδιάρθρωσης στα 60 δισ. ευρώ. Εκτίμησε ωστόσο ότι το κόστος για τη Γερμανία και τις χώρες του πυρήνα να αφήσουν την Ελλάδα να βγει είναι εξαιρετικά υψηλό σε σχέση με την αναδιάρθρωση του χρέους της. Σύμφωνα με τη WSJ, η RBS υπολογίζει αυτήν τη στιγμή την πιθανότητα Grexit σε κάτω από το 10%. Οπως σημειώνει, «οι λόγοι είναι και πολιτικοί, καθώς μια έξοδος είναι πιθανή μόνο με ένα δημοψήφισμα και η πλειοψηφία των Ελλήνων, σε ποσοστό 70% με 75%, θέλουν να παραμείνουν στην Ευρωζώνη».

Αντίθετα, αναλυτές της γερμανικής τράπεζας Berenberg ανεβάζουν την πιθανότητα ενός Grexit στο 35%, εκτιμώντας ότι η κατάσταση παραμένει τεταμένη, παρά το γεγονός ότι μέσα από τις προγραμματικές δηλώσεις, μια σειρά μέτρων της νέας κυβέρνησης μεταφέρονται για αργότερα. «Με τη φορολογική συνείδηση να έχει ατονήσει και την ελληνική οικονομία να απειλείται με ύφεση, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορέσει να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα, χωρίς γενναίες περικοπές στις δαπάνες», σημειώνουν αναλυτές της τράπεζας. Χωρίς την επέκταση του προγράμματος, η κυβέρνηση θα «ξεμείνει από χρήματα» πιθανότατα εντός του Μαρτίου. Η επέκταση από την άλλη θα δοθεί με πολύ αυστηρούς όρους, δύσκολες διαδικασίες από την πλευρά των ευρωπαϊκών Κοινοβουλίων των κρατών-μελών, μεταξύ των οποίων και της Γερμανίας.

Από την πλευρά της UBS, ο οικονομολόγος Ρέινχαρτ Κλουσέ υποστήριξε πως υπάρχει μεγάλο περιθώριο για συμβιβασμούς, αλλά εκτίμησε ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Αθήνας και των Ευρωπαίων εταίρων θα επηρεαστούν όχι μόνο από τους νηφάλιους υπολογισμούς κόστους και οφέλους, αλλά και από θέματα ψυχολογίας και εγχώριων πολιτικών. «Αυτό εμπεριέχει ρίσκο λανθασμένων υπολογισμών και, εν τέλει, σφάλμα πολιτικής», σημειώνει.

Οι οικονομολόγοι της Bank of America Merrill Lynch παραμένουν πεπεισμένοι ότι «στο τέλος θα επικρατήσει η λογική». Ενώ η ελληνική κυβέρνηση και οι Eυρωπαίοι εταίροι βρίσκονται μακριά από μια πιθανή συμφωνία, σημειώνει η BofA, «φαίνεται να έχουμε βήματα στη σωστή κατεύθυνση», αν και δεν αναμένεται να αποφευχθεί μια μακρά περίοδος συζητήσεων, πρωτοσέλιδων και μεταβλητότητας.

 

Πηγή: Καθημερινή