Αντιδράσεις για τις τηλεοπτικές άδειες

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

Αρκετά έντονες είναι οι αντιδράσεις που προκάλεσε η δημοσίευση της λίστας με τα κανάλια και τα νέα σχήματα που προεπιλέγησαν, προκειμένου να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό για τις τέσσερις τηλεοπτικές άδειες.

Από τους τρεις ενδιαφερόμενους που αποκλείστηκαν, η Τηλέτυπος (Mega) και η Dimera Media Investments του Ιβάν Σαββίδη είναι πολύ πιθανό να καταθέσουν ένσταση για την απόρριψη του φακέλου τους από την αρμόδια για τη διεξαγωγή του διαγωνισμού για τις άδειες.

Δεν είναι τυχαίο ότι αντιδράσεις υπάρχουν ακόμη και από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του ευρωβουλευτή Κώστα Χρυσόγονου στον ΣΚΑΙ, ο οποίος ανέφερε ότι «ως καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου σας λέω ως ζήτημα αρχής, ότι οι τηλεοπτικές άδειες δεν μπορεί να έχουν μόνο οικονομικά κριτήρια αλλά και άλλα κριτήρια, τα οποία να θωρακίζουν το δημόσιο βίο της χώρας απέναντι στο κίνδυνο να βρεθούν Μέσα Ενημέρωσης υπό τον έλεγχο προσώπων τα οποία, για παράδειγμα, να σχετίζονται με τον οργανωμένο έγκλημα.

Θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι στη δημοκρατία της Κολομβίας δεν θα βρεθούν σε θέσεις κλειδιά τα πρωτοπαλίκαρα του Πάμπλο Εσκομπάρ». Σε αντίστοιχο κλίμα κινήθηκαν και αρκετοί βουλευτές της ΝΔ, με τον Κώστα Καραγκούνη να χαρακτηρίζει αντισυνταγματικό τον σχετικό νόμο. Επίσης, αξιοσημείωτη είναι η δήλωση του καθηγητή της Νομικής Θράκης, Μιχάλη Μαρίνου, ο οποίος επισήμανε ότι η εξάρτηση των τηλεοπτικών αδειών από κριτήρια οικονομικής βιωσιμότητας αντιβαίνει στο κοινοτικό δίκαιο.

Χθες, υπήρξε αντίδραση και από την Τηλέτυπος, η οποία σε ανακοίνωσή της, αφού επισημαίνει ότι «μετά από 27 χρόνια κυρίαρχης παρουσίας και πολυσχιδούς προσφοράς» η εταιρεία κρίθηκε από «καινοφανή όργανα» ως «στάσιμη», αναρωτιέται αν η απόρριψη του φακέλου της προήλθε από λάθος, εθελοτυφλία ή σκοπιμότητα.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ακόμη: «H Τηλέτυπος Α.Ε. η μόνη πολυμετοχική εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών από το 1994 τηλεοπτική εταιρεία διαθέτει τη διαυγέστερη μετοχική σύνθεση, με ημεδαπούς και θεσμικούς αλλοδαπούς επενδυτές, την πλέον διαφανή προέλευση οικονομικών μέσων και τον μικρότερο σε σχέση με τον κύκλο εργασιών της και μάλιστα τον πλέον εξασφαλισμένο για τις τράπεζες δανεισμό μεταξύ όλων των ηλεκτρονικών ΜΜΕ.

Έχει αποδώσει στο ελληνικό Δημόσιο από το 1989, που λειτουργεί νόμιμα βάσει αδείας, έως σήμερα φόρους και τέλη πλέον του 1.300.000.000 ευρώ, απασχολεί δε συνεχώς προσωπικό πλέον των 500 ατόμων έχοντας καταβάλει αμοιβές ύψους 450.000.000 ευρώ. Ευρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες για την αναδιάρθρωση του δανεισμού της και την αποδέσμευση σημαντικών χρηματικών ποσών, που θα επιτρέψει την τακτοποίηση υποχρεώσεών της.

Το MEGA συνεχίζει να λειτουργεί διεκδικώντας τα δικαιώματά του πάντα εντός των πλαισίων της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας σε πείσμα των καταστάσεων και των καιρών».