Μ. Μπόλαρης: Υπάρχει περιθώριο συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-κεντροαριστεράς

markos-mpolaris
Με επίκεντρο τη ΔΕΘ, ο βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ μιλά στη “ΜτΚ” για τα θέματα της πόλης και της Βόρειας Ελλάδας – Αναφερόμενος στον ΟΑΣΘ μιλά για ένα πρόβλημα, του οποίου η Θεσσαλονίκη βλέπει για πρώτη φορά τη λύση

Συνέντευξη στον Νίκο Ηλιάδη

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια εποχή που χρειάζεται ενότητα κι ομοψυχία κι αυτή θα μπορούσε να εκφραστεί, εκτιμά ο Μάρκος Μπόλαρης, ο οποίος πιστεύει πως υπάρχουν περιθώρια συνεργασιών μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και των δυνάμεων της κεντροαριστεράς, αρκεί αυτό να γίνει επί προγραμματικής βάσης. Ο βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ εξηγεί τι κατά τη γνώμη του θα πρέπει να πει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της ΔΕΘ. Αναφέρεται στον ΟΑΣΘ και στο κριτήριο επιτυχίας του εγχειρήματος, στη συγκατοίκηση της Κατερίνας Νοτοπούλου με την Μαρία Κόλλια – Τσαρουχά, καθώς και στο νέο σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια.

Η ΔΕΘ, η οποία ανοίγει σύντομα τις πύλες της, ταυτίστηκε με εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες στην πλειονότητά τους έμειναν ανεκπλήρωτες. Τι θα περιμένατε να ακούσετε φέτος από τον πρωθυπουργό;

Πολλών δεκαετιών έθος είναι οι κατά τα εγκαίνια της ΔΕΘ εξαγγελίες, τόσο από το πρωθυπουργικό βήμα όσο και από τις παρεμβάσεις της αντιπολίτευσης. Είμαι απολύτως βέβαιος πως θα συμφωνήσουμε στη διαπίστωση ότι πολλές από τις εξαγγελθείσες, από το φιλόξενο μακεδονικό βήμα της Διεθνούς Εκθέσεως, παροχές αστόχησαν και άλλες συνέβαλαν στην ένταση της κρίσης που αντιμετωπίσαμε κι αντιμετωπίζουμε ως λαός κι ως χώρα.

Γι’ αυτό ιδιαίτερα κρίσιμο θεωρώ η φετινή παρέμβαση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να ’ναι μία πολιτική ομιλία με καθαρή στόχευση, μία παρέμβαση που επανατοποθετεί τις παραμέτρους της νέας πορείας για την πατρίδα, την περιγραφή ενός νέου αφηγήματος για το λαό, για τον Έλληνα που σήκωσε το βάρος του χειμέριου κλήδονα που αντιμετωπίσαμε την τελευταία οκταετία. Καθώς η πατρίδα έχει μπει στην ευθεία για την έξοδο από το πρόβλημα, σήμερα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά είναι κρίσιμη και πρέπει να ’ναι πολυσήμαντη η πολιτική παρέμβαση. Έχοντας αναλύσει τι μας συνέβη και γιατί, τι απωλέσαμε, τι διορθώσαμε, τι διεκπεραιώσαμε, να οριοθετεί τη νέα πορεία, ν’ αλλάζει το κλίμα, να δίνει στο λαό, στον πολίτη νέους στόχους.

Πριν από μερικές ημέρες το υπουργείο Παιδείας έδωσε στη δημοσιότητα την πρότασή του για το νέο τρόπο εισαγωγής στα ΑΕΙ, που προβλέπει επιπλέον εξετάσεις και τον Γενάρη. Συμφωνείτε με αυτό το νέο σύστημα;

Κάποιοι θεωρούν ότι η κατάσταση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει καλώς. Είτε επειδή τους βολεύει είτε επειδή τους συμφέρει, είτε επειδή παραιτήθηκαν. Κατά την ταπεινή μου άποψη ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της αποσάθρωσης του προηγούμενου παραγωγικού μοντέλου είναι το πρόβλημα της παιδείας. Σήμερα που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας παρεμβαίνει για να αμφισβητήσει, για να ταρακουνήσει, για να αλλάξει αυτό το αποστεωμένο κι αναποτελεσματικό σύστημα, οι δυνάμεις της ακινησίας κι όσων συμφερόντων στεγάζονται σ’ αυτό αντιδρούν. Η οικογένεια, τα παιδιά, οι μαθητές, η κοινωνία, ο λαός καταλαβαίνουν. Χώρα που δεν σέβεται τη νεολαία δεν έχει προκοπή, δεν έχει μέλλον. Καινούργια πορεία για την Ελλάδα σημαίνει αλλαγές στην παιδεία, με σεβασμό στο μαθητή, στις αγωνίες και τις ανησυχίες του, τα όνειρά του, και βέβαια σεβασμό στην οικογένεια που ματώνει να στηρίξει τα παιδιά της οικονομικά. Στην κατεύθυνση αυτή κινούνται οι πρωτοβουλίες του υπουργείου Παιδείας, που καλεί σε διαβούλευση όλους τους πολίτες.

Από τα σημαντικότερα γεγονότα στη Θεσσαλονίκη τους τελευταίους μήνες ήταν η παραχώρηση του λιμανιού και του αεροδρομίου “Μακεδονία” και η κρατικοποίηση του ΟΑΣΘ. Ποιο είναι το μήνυμα που εκπέμπεται από αυτές τις αντιφατικές κινήσεις;

Στις τρεις κυβερνητικές πρωτοβουλίες στις οποίες αναφέρεστε θεωρώ ότι η Θεσσαλονίκη βλέπει την επίλυση χρόνιων προβλημάτων που αφορούσαν, απασχολούσαν ή και ταλάνιζαν τη Θεσσαλονικιά, το Θεσσαλονικιό, τη Μακεδονία ολόκληρη. Εάν με ψυχραιμία προσεγγίσουμε τις τρεις κινήσεις, διαπιστώνουμε ότι είναι πολιτικές μέσα στο κοινοτικό, ευρωπαϊκό κεκτημένο. Μία σύμβαση που υπογράφηκε τα προηγούμενα χρόνια για την παραχώρηση της λειτουργίας και του εκσυγχρονισμού σειράς αεροδρομίων σε μία εξειδικευμένη ευρωπαϊκή εταιρεία, η παραχώρηση της χρήσης και λειτουργίας του λιμανιού, μετά από πολυετούς διάρκειας διεθνή διαγωνισμό, σε διεθνή φορέα με την υποχρέωση αναβάθμισης, επέκτασης κι εκσυγχρονισμού υποδομών και λειτουργιών, ώστε να καταστεί πρωταγωνιστής στη Βαλκανική και καίριος συντελεστής ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας. Στην περίπτωση του ΟΑΣΘ με την κυβερνητική πολιτική λύθηκε ένας γόρδιος δεσμός που ταλάνιζε την πόλη, το επιβατικό κοινό κι ιδιαίτερα τις οικονομικά και κοινωνικά ασθενέστερες ομάδες του πληθυσμού. Η ευόδωση στη λειτουργία ενός δημόσιου φορέα συγκοινωνιών, που υπηρετεί με σεβασμό, πολιτισμένα, αποτελεσματικά, τακτικά την πόλη και την ανάπτυξή της είναι αυτή που θα δικαιώσει την επιλογή του υπουργείου. Κι αυτό χρειάζεται επιστημονικό σχεδιασμό, σωστές επιλογές, επιβεβλημένες συνεργασίες, αξιοποίηση των δυνάμεων και των δυνατοτήτων, και επίμονη δουλειά. Στην πολιτική κρινόμαστε όχι απλώς από τις καλές προθέσεις αλλά από την τόλμη των αποφάσεων και το επιτυχημένο αποτέλεσμα.

 

Βλέπουμε τους τελευταίους μήνες πως όλα τα ζητήματα της Θεσσαλονίκης αλλά και γενικότερα της Βόρειας Ελλάδας τα χειρίζεται το γραφείο πρωθυπουργού που ιδρύθηκε στην πόλη. Μήπως, έπειτα απ’ αυτό, το ΥΜΑΘ θα πρέπει πλέον να καταργηθεί;

Είναι σαφές ότι άλλες οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του γραφείου του πρωθυπουργού κι άλλα της υφυπουργού Εσωτερικών με αρμοδιότητα τη Μακεδονία και τη Θράκη. Η παρουσία κυβερνητικών πόλων με αρμοδιότητες και βούληση λειτουργεί υπέρ της Θεσσαλονίκης, της Μακεδονίας, της Θράκης με σωστή αξιοποίηση. Από το βαθμό της αξιοποίησης των αρμοδιοτήτων που μας δόθηκαν και της επιτυχίας των στόχων που τέθηκαν κρινόμαστε. Η Θεσσαλονίκη πάντως κι οι φορείς της αναγνωρίζουν ότι η παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα κι όχι απλώς η ίδρυση και λειτουργία του γραφείου του είναι συχνή, αποτελεσματική και καθοριστική στη στοχευμένη επίλυση χρονιζόντων ζητημάτων της πόλης. Κατά κρίση αντικειμενική και δίκαιη.

 

Συντηρείται τους τελευταίους μήνες μία συζήτηση περί πιθανής μελλοντικής συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τις δυνάμεις της κεντροαριστεράς (ΔΗΣΥ, Ποτάμι). Υπάρχει, πιστεύετε, έδαφος για κάτι τέτοιο;

Η υφιστάμενη πρόκληση για τη λειτουργία της δημοκρατίας στη χώρα μας είναι πρόκληση πολιτικής. Ο ενημερωμένος πολίτης διαπιστώνει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μία συζήτηση στο δημόσιο χώρο που διεξάγεται όχι με πολιτικούς όρους αλλά σε εφαρμογή του αποφθέγματος του Γιάννη Τσαρούχη: “Στην Ελλάδα ο καθένας είναι ό,τι δηλώσει”. Οι πολιτικές συγκλίσεις, οι πολιτικές συνεργασίες μπορούν να επιτύχουν μόνο πάνω σε συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα, επί υλοποιήσιμης πολιτικής πλατφόρμας. Αντίθετα η χρήση της αοριστίας του φάσματος κεντροαριστερά, κεντροδεξιά, μεταρρυθμιστές, εκσυγχρονιστές έχει μόνο προεκλογική σκοπιμότητα, που επιτρέπει στη συνέχεια εφαρμογή πολιτικών άλλων από αυτές που εγκρίθηκαν από το εκλογικό σώμα. Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια εποχή που χρειάζεται ενότητα κι ομοψυχία τόσο στους στόχους όσο και στο λαό. Κι αυτή θα μπορούσε να εκφραστεί και να υλοποιηθεί από τις πολιτικές δυνάμεις. Περιθώρια επομένως συνεργασιών υφίστανται, όμως αποκλειστικά και μόνο πάνω σε πολιτικά δεδομένα και προτάσεις υπέρ του λαού και του τόπου κι όχι πάνω σε λογικές που επιδιώκουν τη διάσωση προσώπων και προσωπικών στρατηγικών. Τα κόμματα που έχουν υποστεί τεράστια απαξίωση στη συνείδηση του πολίτη μπορούν να αναμετρηθούν με την πρόκληση της επανασυνάντησής τους με την πολιτική, ως θεραπαινίδας του λαού και του τόπου. Είναι πρόκληση δημοκρατίας.

Πηγή: http://makthes.gr/μ-μπόλαρης-υπάρχει-περιθώριο-συνεργα/