Μετά τις δυτικές συνοικίες, η φτώχεια ρίζωσε και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης

Ραγδαία επιδείνωση σημειώνει η φτώχεια και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, καθώς περιοχές όπως η Διοικητηρίου και η Τούμπα, που παραμένουν υποβαθμισμένες τα τελευταία χρόνια, ταυτίζονται πλέον με τις δυτικές συνοικίες, οι κάτοικοι των οποίων από φτωχοί έγιναν φτωχότεροι.

 

Σε αντίθεση με την ανατολική πλευρά της πόλης, όπου λόγω της κρίσης μερίδα ευκατάστατων νοικοκυριών… κλαίνε κυρίως για την κοινωνική θέση που έχασαν παρά για τη μείωση των εισοδημάτων τους.

Σχεδόν πέντε χρόνια μετά την έναρξη της περιόδου της οικονομικής κρίσης, μεγάλες παραμένουν οι οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις ανάμεσα σε δυτικά και ανατολικά τμήματα της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της κοινωνικής έρευνας: “Ανισότητες και ψυχική καταπόνηση: κοινωνικές συνθήκες, δρώντες και ιδεολογίες των επαγγελματιών στη σύγχρονη Ελλάδα”, με επιστημονική υπεύθυνη και κύρια ερευνήτρια την αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Αιγαίου Αναστασία Ζήση, η γεωγραφική πόλωση ανάμεσα στα ανατολικά και τα δυτικά τμήματα της πόλης του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ) είναι ο καθρέφτης της εισοδηματικής πόλωσης της χώρας. Αυτός, εξάλλου, δείχνει τη γιγάντωση των ανισοτήτων, των κοινωνικών και οικονομικών αντιθέσεων ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς.

Η έρευνα διεξήχθη με προσωπικές συνεντεύξεις σε 300 νοικοκυριά του πολεοδομικού συγκροτήματος κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και την κορύφωσή της το 2013. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οι δυτικές συνοικίες, Μενεμένη, Αμπελόκηποι, Κορδελιό, Εύοσμος και Νεάπολη, συγκεντρώνουν νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν χρόνιες οικονομικές δυσκολίες, οι οποίες έχουν οξυνθεί από τον κυκλώνα της κρίσης. Και αυτό καθώς το μέσο μηνιαίο εισόδημα δεν ξεπερνά τα 700 ευρώ για μια τετραμελή οικογένεια.

Η στέρηση βασικών βιοποριστικών μέσων, οι ακατάλληλες στεγαστικές συνθήκες και οι αντίξοες συνθήκες διαβίωσης, όπως η έλλειψη θέρμανσης, χαρακτηρίζουν αρκετά από τα νοικοκυριά που προσέγγισαν οι ερευνητές.

Επίσης, οι άνθρωποι που διαμένουν στις δυτικές συνοικίες αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες ένταξης στον εργασιακό κόσμο λόγω ανεργίας, αδήλωτης ανασφάλιστης εργασίας ή χαμηλών προσόντων, έχουν χαμηλή πρόσβαση σε πόρους επιβίωσης και εξαρτώνται σημαντικά από τις περιορισμένες παροχές του κράτους και τις υπηρεσίες των δήμων.

Η έρευνα στρέφεται και στις κατηγορίες που κατατάσσονται οι εργαζόμενοι σε περιοχές της δυτικής Θεσσαλονίκης. Οι ανειδίκευτοι εργάτες είναι η πιο αντιπροσωπευτική ταξική κατηγορία αυτών των περιοχών, οι οποίοι απασχολούνται σε ιδιαίτερα κοπιαστικές και σωματικά επίπονες χειρωνακτικές εργασίες, όπως οικοδομή, μεταφορές και φορτοεκφορτώσεις, καθαρισμός μεγάλων επιφανειών κ.ά. Αποδεικνύεται μάλιστα ότι αυτοί οι εργαζόμενοι δουλεύουν συχνά κάτω από αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες ή είναι εκτεθειμένοι σε τοξικές ουσίες, υψηλή ηχητική πίεση και μεγάλα βάρη.

Και οι ανειδίκευτοι εργάτες όμως που δουλεύουν, και είναι αρκετοί, σε πολυκαταστήματα ή σουπερμάρκετ εκτίθενται σε υψηλό εποπτικό ιεραρχικό έλεγχο αλλά και σε προσβλητικές συμπεριφορές πελατών, ενώ καθημερινά βιώνουν την απειλή της απόλυσης. Σε ό,τι αφορά την κοινωνική τους ζωή είναι πολύ περιορισμένη λόγω φτώχειας, ενώ οι άνεργοι είναι αποκομμένοι από μια κοινωνική κανονικότητα που να οργανώνει τη δομή της καθημερινότητάς τους.

ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΜΕΝΟ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ

Παρόμοιες συνθήκες ζωής, δυσχερείς, οικονομικά αντίξοες και ευάλωτες χαρακτηρίζουν και το παλαιό υποβαθμισμένο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Ενδεικτικές είναι οι περιοχές της Διοικητηρίου και πάνω, που έχει ραγδαία μεταμορφωθεί κατά την τελευταία δεκαετία. Συγκεκριμένα, όπως δείχνουν τα στοιχεία της έρευνας, οι κάτοικοι των δυτικών συνοικιών και του υποβαθμισμένου κέντρου, που απασχολούνται σε ανειδίκευτες εργασίες ή είναι άνεργοι, αντιμετωπίζουν, εκτός από προβλήματα υγείας, μεγάλη ψυχική κούραση και δυσφορία καθώς αισθάνονται αδύναμοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της καθημερινότητας και τις ανάγκες των παιδιών τους.

Σε μια ενδιάμεση κατάσταση, αλλά περισσότερο με χαρακτηριστικά λαϊκής συνοικίας, είναι η Τούμπα που συγκεντρώνει κυρίως αυτοαπασχολούμενους χαμηλής ειδίκευσης, όπως μικροεμπόρους, αρκετούς ανειδίκευτους εργάτες αλλά και ημιειδικευμένους.

Βασικό χαρακτηριστικό των ημιειδικευμένων μισθωτών είναι ότι συνθέτουν μια κατηγορία νέων σχετικά, αλλά και μεσήλικων, που κατέχουν κορεσμένα πτυχία και εργάζονται με πολύ χαμηλή οικονομική αναγνώριση και με επισφάλεια. Σ’ αυτές τις κατηγορίες εντάσσονται οι καθηγητές μέσης εκπαίδευσης, γραφίστες, νηπιαγωγοί, βρεφονηπιοκόμοι κ.ά. Για διαφορετικούς λόγους, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, τόσο οι ημιειδικευμένοι όσο και οι αυτοαπασχολούμενοι χαμηλής ειδίκευσης είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι ψυχολογικά, κυρίως λόγω των ασφυκτικών οικονομικών, της εισοδηματικής απώλειας και της αβεβαιότητας για το μέλλον.

Η κατηγορία των ανέργων είναι κυρίως μακροχρόνιοι από απολύσεις και αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, ψυχικής και σωματικής και η συνολική τους αποτίμηση είναι αρνητική λόγω της φτώχειας, της ανεργίας και της κακής υγείας.

ΠΛΟΥΣΙΟΙ ΠΟΥ ΞΕΠΕΣΑΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ

Στην άλλη πλευρά της πόλης, οι περιοχές της ανατολικής Θεσσαλονίκης, όπως η Καλαμαριά και το Πανόραμα, συγκεντρώνουν διευθυντικά ή υψηλόβαθμα στελέχη του ιδιωτικού και του δημόσιου φορέα, εργαζόμενους με μόνιμη σύμβαση εργασίας, κατόχους ακίνητης περιουσίας που διαμένουν σε πολύ καλής κατάστασης διαμερίσματα ή πολυτελείς μονοκατοικίες και έχουν εισοδήματα μηνιαίως από 2.000 έως 3.000 ή από 3.000 και πάνω.

Ως κάτοχοι εξειδικευμένων τίτλων σπουδών έχουν άνετη πρόσβαση σε πόρους, καλή σχέση με την τέχνη και την αθλητική ζωή. Είναι ενδιαφέρον ότι σ’ αυτές τις περιοχές συγκεντρώνονται επίσης και αυτόαπασχολούμενοι υψηλής ειδίκευσης, όπως αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, οικονομολόγοι, συμβολαιογράφοι, δικηγόροι, που λόγω της οικονομικής κρίσης το αντικείμενο της εργασίας τους εξέπεσε, με αποτέλεσμα να βρίσκονται εκτός του εργασιακού κόσμου.

Ωστόσο, όπως αποκαλύπτει η έρευνα, αυτή η ταξική κατηγορία, επίσης, αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής καταπόνησης, λόγω της απώλειας της προηγούμενης κοινωνικής θέσης τους, της εισοδηματικής απώλειας αλλά και της έλλειψης προοπτικής.

Οι ερευνητές πάντως επισημαίνουν ότι είναι αναγκαία η εφαρμογή πολιτικών που θα στοχεύουν στην άμβλυνση των ανισοτήτων και την αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανεργίας, προκειμένου να προστατευτεί η κοινωνική συνοχή. Χρειάζεται επίσης, όπως αναφέρουν, να είναι άμεσες και πολυεπίπεδες τόσο σε επίπεδο κεντρικού σχεδιασμού όσο και σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Η έρευνα υλοποιήθηκε στο πλαίσιο της Οριζόντιας Πράξης “ΑΡΙΣΤΕΙΑ” του Επιχειρησιακού Προγράμματος (Ε.Π.) “Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση” και συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και εθνικούς πόρους.

ΦΤΩΧΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΑΠΟΡΟΙ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ

Επιδείνωση όμως σημείωσαν τα τελευταία χρόνια οι δείκτες φτώχειας σε ολόκληρη την περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Η κρίση συμπίεσε τα εισοδήματα της συντριπτικής πλειονότητας των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των κατοίκων που πλέον ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.

Στο νομό Θεσσαλονίκης μάλιστα και συγκεκριμένα στις δυτικές συνοικίες τα εισοδήματα των περισσότερων νοικοκυριών είναι πλέον τα χαμηλότερα από τον εθνικό μέσο όρο. Ενδεικτικό είναι ότι ενώ το 2009 στη Θεσσαλονίκη υπήρχε μόνο μια περιοχή (Ασκός στον δήμο Λαγκαδά), οι κάτοικοι της οποίας ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, το 2012 προστέθηκαν άλλες δέκα. Την ίδια χρονιά η κρίση δεν είχε αγγίξει ακόμα τους κατοίκους της Χαλκιδικής και της Πιερίας, ωστόσο το 2012 οι κάτοικοι σε όλες τις περιφερειακές ενότητες δέχθηκαν μεγάλο πλήγμα από την κρίση, με τα εισοδήματά τους να είναι χαμηλότερα από το μέσο όρο.

Τα στοιχεία για τους δείκτες φτώχειας στη δεύτερη περιφέρεια της χώρας για την περίοδο 2009 -2012 παρουσιάστηκαν στο “Σχέδιο Επιχειρησιακού Προγράμματος της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας 2014 – 2020”, ενώ προέκυψαν από έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, ο πληθυσμός της Κεντρικής Μακεδονίας που βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας (ζει με εισόδημα κάτω από το 60% του μέσου εισοδήματος της χώρας) πολλαπλασιάστηκε την τετραετία 2009 – 2012, ενώ το όριο του ετήσιου εισοδήματος για το 2009 ήταν 10.437 ευρώ και 11.986 για το 2012.

ΠΛΟΥΣΙΟΙ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΙ

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η πιο φτωχή περιοχή της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας το 2012 ήταν η περιοχή της Ειρηνούπολης στην Ημαθία, ενώ το 2009 ο Ασκός στον δήμο Λαγκαδά. Αντίθετα, οι πλουσιότερες περιοχές και τις δυο χρονιές βρίσκονται στην περιφερειακή ενότητα Θεσσαλονίκης και είναι ο δήμοι Θεσσαλονίκης και Πυλαίας – Χορτιάτη.

Συγκεκριμένα, στη Θεσσαλονίκη, ενώ το 2009 κάτω από το όριο της φτώχειας βρίσκονταν οι κάτοικοι του Ασκού, το 2012 ραγδαία επιδείνωση σημείωσε η φτώχεια στον Σοχό και την Ξυλόπολη του δήμου Λαγκαδά , η Ασπροβάλτα, τα Λαγκαδίκια και ο Σταυρός στον δήμο Βόλβης. Στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης, το 2009, στις φτωχές περιοχές περιλαμβάνονταν η δημοτική ενότητα της Τριανδρίας, οι Αμπελόκηποι, ο Εύοσμος και τα Ελευθέρια, οι Συκιές και η Νεάπολη.

Το 2012 όμως προστέθηκαν και άλλες, όπως συνοικίες στον Άγιο Παύλο, την Ευκαρπία, την Καλαμαριά, τη Σταυρούπολη, την Πολίχνη και ολόκληρη η δημοτική ενότητα της Μενεμένης. Από την άλλη, περιοχές του νομού, όπως η Πυλαία, το Πανόραμα, το κέντρο της Θεσσαλονίκης και η Καλαμαριά παρέμεναν πιο πλούσιες, καθώς τόσο το 2009 όσο και το 2012 οι κάτοικοί τους εμφάνιζαν τα υψηλότερα εισοδήματα.
 

 

Πηγή: Εφημερίδα Μακεδονία