Ωρολογιακή «βόμβα» με… φθηνό πετρέλαιο

ΦΩΤΟ: REUTERS/NIKOLAY KORCHEKOVΑΡΧΕΙΟΥ

ΦΩΤΟ: REUTERS/NIKOLAY KORCHEKOVΑΡΧΕΙΟΥ

Τον Ιούνιο του 2014, η τιμή του πετρελαίου κυμαινόταν κοντά στα 115 δολάρια το βαρέλι. Στο τέλος του 2015, βρισκόταν στα 35 δολάρια, δηλαδή ήταν χαμηλότερη περίπου κατά 70%. Και από τις αρχές του 2016 μέχρι σήμερα, η υποχώρηση συνεχίζεται, με αποτέλεσμα χθες το βαρέλι να φτάσει να είναι πιο φτηνό και από τα 30 δολάρια, επίπεδο που δεν έχει βρεθεί εδώ και τουλάχιστον 12 χρόνια.

Και το κυριότερο: Κανείς δεν γνωρίζει πού θα σταματήσει αυτή η ελεύθερη πτώση, καθώς ο συνδυασμός της κακής εικόνας της παγκόσμιας οικονομίας, της υπερπαραγωγής, αλλά και του «πολέμου» ανάμεσα στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες μοιάζει να είναι, πλέον, εκρηκτικός.

Ειδικά όσον αφορά τη στάση των χωρών που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, τόσο εντός όσο και εκτός OPEC, είναι, αν μη τι άλλο, αξιοσημείωτη. Διότι παρά το τεράστιο οικονομικό κόστος που υφίστανται, καθώς τα έσοδά τους μειώνονται δραματικά και τα συναλλαγματικά τους αποθέματα εξανεμίζονται -κάτι το οποίο σταδιακά μεταφράζεται σε κοινωνικές αναταράξεις και σοβαρότατους πολιτικούς κινδύνους για τις κυβερνήσεις ή τα καθεστώτα τους- εμφανίζονται ανυποχώρητες και αδιάλλακτες. Πρακτικά, έχουν εμπλακεί σε μια σύγκρουση που λαμβάνει κυριολεκτικά τα χαρακτηριστικά «ζωής και θανάτου», καθώς οι ηττημένοι απειλούνται με συνολική κατάρρευση, σε όλα τα επίπεδα.

Στη Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, η βασιλική οικογένεια των αλ-Σαούντ σχεδιάζει πρωτάκουστα μέτρα, όπως η αύξηση της τιμής σε καύσιμα και ηλεκτρικό, η επιβολή ΦΠΑ, η περικοπή των κοινωνικών παροχών ειδικά στην υγεία, ακόμη και η εισαγωγή στο χρηματιστήριο της Saudi Aramco, του μεγαλύτερου πετρελαϊκού ομίλου παγκοσμίως. Κι αυτό, σε μια στιγμή που το Ριάντ εμπλέκεται σε ολοένα περισσότερα πολεμικά μέτωπα στην περιοχή, διεξάγοντας ουσιαστικά ένα πόλεμο δι’ αντιπροσώπων με την Τεχεράνη.

Αλλά και στο γειτονικό Μπαχρέιν, που αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα με τη σιϊτική μειονότητα και χρειάστηκε επανειλημμένως τη βοήθεια της Σ. Αραβίας, αυτή την εβδομάδα μεγάλο μέρος των βουλευτών εξεγέρθηκε όταν παρουσιάστηκε το σχέδιο αύξησης κατά 60% στην τιμή της βενζίνης.

Στη Ρωσία, την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση του Βλαντιμίρ Πούτιν προχωρεί σε νέα περικοπή κατά 10% των δαπανών σε όλα τα υπουργεία (πλην των στρατιωτικών), προσπαθώντας να σταματήσει την «αιμορραγία».

Παρ’ όλα αυτά, ο υπουργός Οικονομίας, Αντόν Σιλουάνοφ, προειδοποίησε ότι είναι πιθανό η χώρα να βιώσει ένα οδυνηρό κραχ, ανάλογο με εκείνο της περιόδου 1998\’99, κάτι που αναμφίβολα θα έχει άμεση αντανάκλαση και στη δημοτικότητα του προέδρου, η οποία παραμένει σε ύψη-ρεκόρ, εξαιτίας της εμπλοκής στις συγκρούσεις της Ουκρανίας και της Συρίας και την άτεγκτη στάση του έναντι της Δύσης.

Όσο για τη Βενεζουέλα, η «μπολιβαριανή» κυβέρνηση του διαδόχου του Ούγκο Τσάβες, Νικολάς Μαντούρο, αγωνίζεται με νύχια και με δόντια να διατηρήσει την εξουσία, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θα τα καταφέρει για πολύ ακόμη, καθώς η επιστροφή της φτώχειας στερεί πολύτιμες κοινωνικές συμμαχίες.

Όποιος αντέξει, δηλαδή -με τους Σαουδάραβες να έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα, λόγω του εξαιρετικά φτηνού κόστους παραγωγής.

Του Γιώργου Παυλόπουλου / Ημερησία