Η προαναγγελθείσα ανατροπή του Μπενίτο Μουσολίνι

Στις 11 Φεβρουαρίου 1941 «Η Καθημερινή» δημοσίευσε ως πρώτο της θέμα πληροφορίες προερχόμενες από το Λονδίνο, σύμφωνα με τις οποίες είχε εκδηλωθεί στην Ιταλία συνωμοσία των συντηρητικών βασιλικών παραγόντων για την ανατροπή του Μουσολίνι και την υπογραφή συνθήκης ειρήνης με τη Βρετανία.

Την εποχή εκείνη, στην Αλβανία τα ιταλικά στρατεύματα επιχειρούσαν, ανεπιτυχώς, σειρά αντεπιθέσεων προκειμένου να ανακαταλάβουν εδάφη τα οποία είχε κερδίσει ο νικηφόρος ελληνικός στρατός. Παραλλήλως, βρετανικά στρατεύματα προχωρούσαν στην Τριπολίτιδα και άλλες βρετανικές δυνάμεις προήλαυναν και απωθούσαν τους Ιταλούς από το Κέρας της Αφρικής. Η Ιταλία έβλεπε να χάνεται το όραμα της αυτοκρατορίας.

Σύμφωνα με το εκ Λονδίνου δημοσίευμα της «Κ», της συνωμοτικής κινήσεως στην Ιταλία «ηγούντο ανώτατα και ανώτερα στελέχη του ιταλικού στρατού, πολιτικαί προσωπικότητες έχουσαι λόγους δυσαρεσκείας εναντίον του φασιστικού καθεστώτος και άτομα» που ήθελαν να «στηριχθεί πάση θυσία η Δυναστεία της Σαβοΐας έναντι των προβλεπομένων συμφορών». Οι συνωμότες –κατά το δημοσίευμα– σε σύσκεψή τους έλαβαν τις ακόλουθες αποφάσεις: 1. Ανατροπή του Μουσολίνι και εγκαθίδρυση βασιλικής δικτατορίας υπό ανώτατο στρατιωτικό παράγοντα. 2. Σύναψη χωριστής (από τη Γερμανία) ειρήνης με τη Βρετανία για την περίσωση των εδαφών εκείνων της ιταλικής αυτοκρατορίας τα οποία είναι δυνατόν ακόμη να περισωθούν. 3. Επάνοδος της Ιταλίας στην πατροπαράδοτη πολιτική φιλίας με τη Βρετανία. 4. Παραδοχή του αγγλικού ελέγχου στα επίκαιρα σημεία της Μεσογείου.

Οι συσκεφθέντες είχαν αποφασίσει επίσης την αποστολή του αγγλόφιλου φασίστα υπουργού Δικαιοσύνης και προέδρου της Βουλής Ντίνο Γκράντι στο Κάιρο για διαβουλεύσεις με τον στρατηγό Ουέιβελ, με τον οποίο είχε στενή γνωριμία από τότε που υπηρετούσε στο Λονδίνο ως πρεσβευτής της Ιταλίας. Στην κίνηση συμμετέσχε και ο Τζιοβάνι Ανσάλντο, άνθρωπος του υπουργού Εξωτερικών και γαμπρού του Μουσολίνι, Γκαλεάτσο Τσιάνο. Η μυστική αστυνομία όμως ανακάλυψε την κίνηση και προέβη στη σύλληψη 312 ατόμων. Αυτά, συνοπτικά, ανέφερε το, μάλλον βρετανικής εμπνεύσεως, δημοσίευμα της «Κ». Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι οι συλλήψεις εκείνες –εφόσον πράγματι διενεργήθηκαν– δεν αφορούσαν άτομα πρώτης γραμμής καθώς κάτι τέτοιο θα ανέτρεπε τις πολιτικές ισορροπίες μεταξύ φασισμού από τη μία και της αυλής και των στηριγμάτων της από την άλλη.

Η Ιταλία αποτελούσε τον αδύναμο κρίκο της συμμαχίας με τη Γερμανία. Για τον λόγο αυτό οι Βρετανοί –όταν απέτυχαν οι προσπάθειες του Τσάμπερλεν να προσεταιριστεί τον Μουσολίνι και του Τσώρτσιλ, καθώς και του Ρούζβελτ, να τον αποτρέψουν να εισέλθει στον πόλεμο– σχεδίαζαν τρόπους απαλλαγής της Ιταλίας από τη μουσολινική διακυβέρνηση. Μάλιστα ανεφέροντο ως υποψήφιοι πρωθυπουργοί οι στρατάρχες Μπαντόλιο και Καβίλια και ο στρατηγός Πεζέντι. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τσώρτσιλ, στις 23 Δεκεμβρίου 1940, απηύθυνε έκκληση προς το ιταλικό έθνος καλώντας το να αποκηρύξει τον Μουσολίνι και να ακολουθήσει τον βασιλικό οίκο της Σαβοΐας.

Οι βρετανικές επιδιώξεις ασφαλώς και έβρισκαν απήχηση στο εσωτερικό του ιταλικού κατεστημένου, του οποίου οι αντιμουσολινικές διαθέσεις ήσαν γνωστές, καθώς οι πολεμικές περιπέτειες του φασιστικού καθεστώτος προκαλούσαν ζημία για τα συμφέροντα της ιθυνούσης τάξεως, η οποία δεν αντισταθμιζόταν πλέον από τη διατήρηση της κοινωνικής «γαλήνης» που είχε επιτύχει το αστυνομικό φασιστικό κράτος και η κοινωνική πολιτική του καθεστώτος.

Μάλιστα, σε ιταλικούς ιστότοπους υπάρχει ατεκμηρίωτη αναφορά για ανταπόκριση από τη Ρώμη Αμερικανού δημοσιογράφου ονόματι Frank Stevens, δημοσιευμένη στις 10 Οκτωβρίου 1939 στην εφημερίδα El Tiempo της Μπογκοτά, για «Συνωμοσία των γενειοφόρων» Γκράντι, Μπάλμπο και Ντε Μπόνο οι οποίοι θα προκαλούσαν ψηφοφορία στο Μέγα Φασιστικό Συμβούλιο για ανατροπή του Μουσολίνι και διευκόλυνση του βασιλέως στον σχηματισμό κυβερνήσεως υπό τον Μπαντόλιο.

Τόσο το δημοσίευμα της «Κ» όσο και το «λανθάνον» της El Tiempo επιβεβαιώθηκαν στις 24-25 Ιουλίου 1943. Τότε, υπό το βάρος της πολεμικής καταστροφής και καθώς οι Σύμμαχοι βρίσκονταν στη Σικελία, ο Ντίνο Γκράντι επέτυχε σύγκληση του Μεγάλου Φασιστικού Συμβουλίου και πρότεινε την απογύμνωση του προέδρου του υπουργικού συμβουλίου Μουσολίνι από κάθε στρατιωτική εξουσία. Το ψήφισμά του έγινε δεκτό με την ψήφο και του Τσιάνο και του Ντε Μπόνο. Ο Μουσολίνι, πολιτικά και στρατιωτικά ηττημένος, υπέβαλε την παραίτησή του στον βασιλιά και συνελήφθη. Πρωθυπουργός ανέλαβε ο στρατάρχης Μπαντόλιο. Η Ιταλία στις 3 Σεπτεμβρίου υπέγραψε την παράδοσή της. Το δημοσίευμα της «Κ», δυόμισι χρόνια μετά, είχε γίνει πραγματικότητα.

 

 

Πηγή: Καθημερινή